Οι περισσότεροι θα συμφωνούσαν ότι το υψηλό καθημερινό άγχος επηρεάζει αρνητικά τη σεξουαλική ζωή. Ωστόσο, δεν υπάρχουν ερευνητικά δεδομένα που να συνδέουν το «γενικό» άγχος των αγχωδών διαταραχών, με σεξουαλικές δυσλειτουργίες. Υπάρχει όμως το άγχος επίδοσης που αφορά «ειδικά» τη σεξουαλική διαδικασία και που σχετίζεται άμεσα με την εμφάνιση και τη διατήρηση των ψυχοσεξουαλικών διαταραχών.
Το άγχος επίδοσης απομακρύνει την προσοχή του ατόμου από τα ερωτικά ερεθίσματα - σκέψεις, φαντασιώσεις, αισθήσεις - και την καθοδηγεί σε σκέψεις που προκαλούν άγχος όπως για π.χ. «αν θα τα καταφέρω να αποκτήσω στύση και να τη διατηρήσω, αν θα καταφέρω να συγκρατήσω την εκσπερμάτιση, αν θα καταφέρω να ικανοποιήσω τη σύντροφό μου, αν θα καταφέρω να έχω οργασμό κ.α.»
Με απλά λόγια, όταν υπάρχει σεξουαλική διέγερση ο εγκέφαλος του ανθρώπου απελευθερώνει ουσίες που προετοιμάζουν τον οργανισμό να προσεγγίσει, να έρθει κοντά σε έναν άλλο. Αντίθετα, όταν υπάρχει άγχος, απελευθερώνονται ουσίες που προετοιμάζουν τον οργανισμό να παλέψει ή να τραπεί σε φυγή. Στην περίπτωση που συνυπάρχουν το άγχος και η σεξουαλική διέγερση, το άγχος θα κυριαρχήσει καθότι για εξελικτικούς λόγους, η επιβίωση είναι πιο σημαντική από την αναπαραγωγή.
Η σεξουαλική λειτουργία είναι μια σειρά από αντανακλαστικά τα οποία «αναστέλλει», «μπλοκάρει» το άγχος επίδοσης.
Όσο περισσότερο το άτομο, εξαιτίας της ανασφάλειάς του, καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες προκειμένου να αποδείξει στον εαυτό του αλλά και στη σύντροφό του ότι μπορεί να τα καταφέρει, οι προσπάθειες αυτές έχουν αντίθετα αποτελέσματα. Επιπλέον, εγκλωβίζεται σε ένα φαύλο κύκλο, όπου ο φόβος αποτυχίας οδηγεί σε αποτυχία και η αποτυχία μεγαλώνει τον φόβο. Πολλοί, για το λόγο αυτό , φτάνουν στο σημείο να αποφεύγουν κάθε κατάσταση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε σεξουαλική επαφή.
Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το γενικό άγχος δεν επηρεάζει απαραίτητα τη σεξουαλική λειτουργικότητα καθώς για αρκετούς το σεξ αποτελεί και μέσο εκτόνωσης από την πίεση της καθημερινότητας. Με τον ίδιο τρόπο που το αυξημένο άγχος της καθημερινότητας δεν αρκεί για να αναπτυχθεί κάποια αγχώδης διαταραχή. Η ανασφάλεια όμως, η έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό που εκφράζεται στο φόβο «μήπως δεν τα καταφέρω» και η απορρέουσα ανάγκη να εξασφαλίσει κανείς ότι δε θα συμβεί αυτό που φοβάται, μπορεί να μετατρέψει μια «κακή στιγμή» σε επαναλαμβανόμενη δυσλειτουργία. Η χαμηλή αυτοπεποίθηση επηρεάζει την επίδοση των ατόμων σε όλους τους τομείς και αποτελεί κοινό σημείο των αγχωδών και των σεξουαλικών διαταραχών.
Σύντομες θεραπευτικές παρεμβάσεις συνίστανται για τη θεραπεία των ψυχογενών σεξουαλικών διαταραχών, με στόχο την αποκατάσταση της σεξουαλικής λειτουργίας και την επαναφορά της απόλαυσης στις σεξουαλικές δραστηριότητες. Η χρήση φαρμάκων που διευκολύνουν τη στύση έχει καλύτερα αποτελέσματα όταν συνοδεύεται από ψυχοσεξουαλική θεραπεία. Αυτό ισχύει διότι σε περιπτώσεις έντονου άγχους μειώνεται η δράση των φαρμάκων που δε δρουν ως αφροδισιακά, αλλά χρειάζονται την ερωτική επιθυμία για να διευκολύνουν τη διατήρηση της στύσης. Επιπλέον, οι ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο ψυχολογικής εξάρτησης από τα φάρμακα, ακόμα κι αν αυτά χρησιμοποιηθούν ως εργαλεία στο πρώτο διάστημα της θεραπείας. Πριν από κάθε παρέμβαση απαραίτητη είναι η λήψη λεπτομερούς ιατρικού και ψυχοσεξουαλικού ιστορικού ούτως ώστε να καθοριστεί η οργανική ή ψυχογενής φύση της διαταραχής.